ἀποδιδράσκω

ἀποδιδράσκω
ἀποδιδράσκω 2 aor. ἀπέδραν, 3 sg. ἀπέδρα; in late Gk. the subj. ἀποδράσῃ and fem. ptc. ἀποδράσασα (the latter TestJob 39:2) are found; cp. inf. ἀποδρᾶσαι (Vita Jon 5 [p. 84, 2 Sch.]) (Hom. et al.; pap, LXX; En 102:1; TestJob 39:2; TestBenj 5:3; SibOr 4, 124; Philo, Post. Cai. 43; Jos., Ant. 12, 378; Just., D. 60, 3 ἀπεδίδρασκες [Gen 35:1]) run away, escape ἀπό τινος (Jdth 11:3; TestBenj 5:3; Cleopatra ln. 126) fr. someone 1 Cl 28:4. ἀπὸ προσώπου τινός (Gen 16:6; Jdth 10:12; 11:16) 4:8.—DELG s.v. διδράσκω, 1 δράω. New Docs 4, 96f.

Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία. 2015.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ἀποδιδράσκω — run away pres subj act 1st sg ἀποδιδράσκω run away pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αποδιδράσκω — (αποδιδράσκω) → δες απέδρασα …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • αποδιδράσκω — (AM ἀποδιδράσκω) (νεοελλ., άχρηστος ο ενεστ. κ. ο πρτ.) δραπετεύω αρχ. 1. φεύγω μακριά τρέχοντας, διαφεύγω 2. αποφεύγω κάποιον ή κάτι 3. λιποτακτώ. [ΕΤΥΜΟΛ. < απο * + διδράσκω σπάνια χρησιμοποιείται ως απλό οι ρηματικοί του τύποι συνήθως… …   Dictionary of Greek

  • ἀπέδραν — ἀποδιδράσκω run away aor ind act 3rd pl (epic) ἀπέδρᾱν , ἀποδιδράσκω run away aor ind act 3rd pl (doric) ἀποδιδράσκω run away aor ind act 1st sg (epic) ἀπέδρᾱν , ἀποδιδράσκω run away aor ind act 1st sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποδιδράσκετε — ἀποδιδράσκω run away pres imperat act 2nd pl ἀποδιδράσκω run away pres ind act 2nd pl ἀποδιδράσκω run away imperf ind act 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποδιδράσκῃ — ἀποδιδράσκω run away pres subj mp 2nd sg ἀποδιδράσκω run away pres ind mp 2nd sg ἀποδιδράσκω run away pres subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπεδίδρασκον — ἀποδιδράσκω run away imperf ind act 3rd pl ἀποδιδράσκω run away imperf ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπεδίδρησκον — ἀποδιδράσκω run away imperf ind act 3rd pl (ionic) ἀποδιδράσκω run away imperf ind act 1st sg (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποδιδρασκόντων — ἀποδιδράσκω run away pres part act masc/neut gen pl ἀποδιδράσκω run away pres imperat act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποδιδρησκόντων — ἀποδιδράσκω run away pres part act masc/neut gen pl (ionic) ἀποδιδράσκω run away pres imperat act 3rd pl (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποδιδράσκει — ἀποδιδράσκω run away pres ind mp 2nd sg ἀποδιδράσκω run away pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”